Λόγοι της Αγοράς

Ο Απόστολος ο Αθηναίος μονολογεί…

Posts Tagged ‘Αφγανιστάν

Προσεγγίζοντας το Μεγάλο Παιχνίδι…

3 Σχόλια

Η σύγκρουση στην Γεωργία δεν προέκυψε τυχαία. Ήταν προσχεδιασμένη από καιρό, και δεν αποσκοπούσε, παρά ελάχιστα μόνον, σ’αυτόν καθ’εαυτόν τον χώρο αυτής της τέως σοβιετικής δημοκρατίας. Ο σκληρού τύπου πολεμικός καπιταλισμός του Κρεμλίνου επιθυμούσε να στείλει ένα ευανάγνωστο μήνυμα προς όλους τους ενδιαφερόμενους αποδέκτες, έχοντας ήδη εξασφαλίσει την μη αντίδραση των δυνάμει αντιπάλων του: Οι μεν ΗΠΑ βαθειά βυθισμένες στην κρίση που έχτισαν 20 χρόνια ηλίθιου τυχοδιωκτισμού, η δε ΕΕ εθισμένη στην αβουλία και την μαλθακότητα που γέννησαν 60 χρόνια προστασίας, ανάπτυξης (στη Δύση) και υπανάπτυξης (στην Ανατολή), σταθερά υπό υποτέλεια.
Ειδικά η περίπτωση της ΕΕ αγγίζει τα όρια της τραγικότητας… Διψασμένη για φτηνές πηγές για να χρηματοδοτήσει τις εκρηκτικές ανισότητες μεταξύ των μελών της, βαθύτατα διχασμένη πολιτιστικά και πολιτικά (ακόμη και σε επίπεδο… δήμων), ανίκανη να οικοδομήσει ένα κοινά αποδεκτό πολιτικό (και οικονομικό) σύστημα της προκοπής, πλήρως απορρυθμισμένη (και) χάρις στην δράση ευγενών δωσιλόγων υπηρετούντων και τις δυο εξωτερικές επιβουλές, η Ένωση φαντάζει σήμερα εκτός τόπου και χρόνου. Kαι μαζί με την ένωση, φαντάζει εκτός τόπου και χρόνου και ολόκληρο το ευρωπαϊκό σκέλος του ΝΑΤΟ.
Φυσικά, ενώ οι από’δώ πλέουν στο άγνωστο με βάρκα την απελπισία της οικονομικής τους κρίσης, κυνηγώντας φαντάσματα στα όρη του Αφγανιστάν και διαλύοντας Ιράκ και Πακιστάν (μη τυχόν και δυσκολευτούν Ρωσία και Ιράν στην κατάποση…άντε και εις υγείαν!), οι από’κεί ετοιμάζονται πυρετωδώς και μεθοδικότατα. Η μεγάλη διαφορά των δύο πλευρών έγκειται ακριβώς στο στρατηγικό Παράδειγμα που οι ηγεσίες τους αποδέχονται ως ενεργό και εφαρμόζουν: Η μεν ηγεσία του ΝΑΤΟ είναι πεπεισμένη για την «μεταμοντερνικότητα» του σύγχρονου συστήματος και, ως φυσική συνέπεια, για την περίπου αχρηστία της σωσσωρευμένης διπλωματικής και πολεμικής εμπειρίας των τελευταίων 200 χρόνων. Αν και τα υπερατλαντικά «think tanks» είναι σίγουρα σε θέση να διαπιστώσουν ότι αυτήν ακριβώς την «μεταμοντερνικότητα» δεν την συμμερίζονται όλοι οι υπάρχοντες μη δυτικοί κρατικοί οργανισμοί -και για να ακριβολογούμε, τάσσονται οι περισσότεροι εξ αυτών εναντίον της, είτε άμεσα είτε έμμεσα- είναι ωστόσο και αυτά δέσμια της ημιθρησκευτικής τους πίστης ότι αυτή η «μεταμοντερνικότητα» αποτελεί μονόδρομο στην πολιτική και στρατηγική εξέλιξη κάθε κράτους. Ώστε γι’ αυτή την σχολή σκέψης ακόμη κι αν το Ιράν, η Ρωσία και η Κίνα δεν παίζουν με τους κανόνες της Δύσης, αυτό είναι προσωρινό και σημαίνει απλώς ότι εντός αυτών των μορφωμάτων επίκειται μια τουλάχιστον μεγάλη αλλάγη (που φυσικά είτε θα τα εντάξει αυτομάτως στην Δύση, είτε θα δώσει στην Δύση απόλυτο πλεονέκτημα). Και το γεγονός ότι το πάλαι ποτέ σοσιαλιστικό μπλοκ κατέρρευσε περίπου έτσι δίνει και το ισχυρο επιχείρημα υπέρ αυτής της πεποίθησης.
Φυσικά, η άλλη πλευρά δεν βλέπει τα πράγματα καθόλου έτσι… Και το δικό της Παράδειγμα είναι βγαλμένο από τα παλαιά βιβλία διπλωματίας και πολέμου του 19ου αιώνα -ειδικά εκείνα που οι δυο έννοιες πρακτικά ταυτίζονται. Για τη Μόσχα και το Πεκίνο η χάραξη στρατηγικής είναι θέμα καθαρά παραδοσιακής (γεω-) πολιτικής, η οικονομία είναι κλάδος και μόνον των αυτοκρατορικών μηχανισμών, η θρησκεία (ή η ιδεολογία) είναι απολύτως ενταγμένη στην ανακτορική προπαγάνδα για να χρησιμοποιείται κατά το δοκούν εντός ή εκτός, και οι ένοπλες δυνάμεις (και οι μυστικές υπηρεσίες ) είναι στην κυριολεξία προέκταση των χεριών του Μονάρχη (ή της Κεντρικής Επιτροπής). Η Αντιπολίτευση όπου υπάρχει είναι μόνον ένα εργαλείο για να ενισχύεται η εικόνα του Ηγέτη και να ξετρυπώνονται οι αντιφρονούντες, ενώ ο Τύπος είναι ή ο βάρδος των κατορθωμάτων του πρίγκηπα (ο ελεχγόμενος), ή η απόδειξη της ξένης συνωμοσίας εναντίον του Έθνους (ο σπάνιος ελεύθερος). 
Το Μεγάλο Παιχνίδι
Περί ιστορίας…
1. Το κυνήγι των θερμών θαλασσών
Το όνειρο -αλλά και η ρεαλιστική αναγκαιότητα- της Ρωσικής Αυτοκρατορίας για έξοδο στις «θερμές θάλασσες» είναι τόσο παλαιό όσο και η Ρωσία η ίδια. Επιθετικά επεκτατικό στην ξηρά, το ρωσικό κράτος πολύ σύντομα θα αντιμετώπιζε το πρόβλημα της θαλάσσιας εξόδου -πρώτα γενικά και αργότερα ειδικότερα της εξόδου σε θάλασσες που… δεν έχουν την κακιά συνήθεια να παγώνουν. Αν και επεκτεινόμενη διαρκώς σε δυο ηπείρους η Μόσχα δεν είχε καταφέρει το σημαντικότερο: την κυριαρχία σε σημαντικές εμπορικές οδούς. Αυτή η κυριαρχία τον 18ο αιώνα, όταν οι Ρώσοι ήταν στη θέση να την κυνηγήσουν συστηματικά, ήταν ήδη στα χέρια άλλων, και μπορούσε να αποσπαστεί με πόλεμο μονάχα.
Οι πόλεμοι ενάντια στο Βασίλειο της Σουηδίας (και η ίδρυση της Αγίας Πετρούπολης), αλλά και οι συχνές συγκρούσεις με την Πολωνία-Λιθουανία, το Χανάτο της Κριμαίας και την Οθωμανική Αυτοκρατορία εντάσσονταν, σε διαφορετικούς πάντα βαθμούς, στην ίδια αυτή γενική στρατηγική επιδίωξη. Μετά δε την μαζική επέκταση της Ρωσίας στην Κεντρική Ασία και την κατάρρευση της Πολωνίας, μοιραία αυτή η στρατηγική επιδίωξη θα κινείτο σε δυο κύριους άξονες: την επέκταση στα Βαλκάνια και την κατάκτηση της Κωνσταντινούπολης από τη μια, και την έξοδο στον Περσικό Κόλπο και τον Ινδικό Ωκεανό από την άλλη. 
Muscovy-Russia 1300-1796.jpg
Εικ. 1: Χάρτης που δείχνει τις διαδοχικές επεκτάσεις του ρωσικού κράτους, 1300-1800. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχουν οι επεκτάσεις της περιόδου της Αικατερίνης, γιατί δείχνουν την γενικότερη κατεύθυνση της ρωσικής στρατηγικής προς τα Βαλκάνια και την Κεντρική Ευρώπη.
Προφανώς αυτή η στόχευση τοποθετούσε αυτόματα την Ρωσία αντιμέτωπη ταυτόχρονα με την Οθωμανική Αυτοκρατορία και την Μεγάλη Βρετανία, αλλά και σε θέση σύγκρουσης με την Περσία, την Αυτοκρατορία των Αψβουργών και -κατά διαστήματα- την Γαλλία. Όντας οικονομικά, πολιτικά και τεχνολογικά καθυστερημένη παρά τον όγκο της (και βλέποντας την καθυστέρησή της μάλλον ν’αυξάνεται), η Ρωσία είχε μόνον μια δυνατότητα να μπει ισχυρά στο παιχνίδι της μοιρασιάς του κόσμου: την εκμετάλλευση των διαφορών των ήδη υπαρχόντων Αυτοκρατοριών και τις συχνές αλλαγές στρατοπέδων. Στρατηγική που αποδείχτηκε επιτυχής σ’όλην την διάρκεια του 18ου αιώνα και μέχρι και περίπου τα τέλη του 19ου, τουλάχιστον στην επίτευξη υποστόχων του σχεδίου της Μόσχας.
Η Πολωνία δεν προσαρτήθηκε όλη από τον Τσάρο, αλλά το «βαλκανικά σχετικό» της τμήμα (δηλαδή αυτό που θα φύλαγε τα νώτα των Ρώσων από Βορρά κατά την διάρκεια πολέμου ενάντια στους Τούρκους) απορροφήθηκε από την Αυτοκρατορία με τις ευλογίες σχεδόν των γειτόνων της. Στο βαλκανικό μέτωπο η Ρωσία θα γίνει ο επίσημος «προστάτης» των Ορθοδόξων των Βαλκανίων και θα βγει μόνιμα στην Μαύρη Θαλασσα το 1774, θα προσαρτήσει εν τέλει τους δυστυχείς Τατάρους το 1783 και θα προβοκάρει έτσι έναν (ακόμη) πόλεμο με τους Οθωμανους που θα της χαρίσει γερό πάτημα στην Χερσόνησο. Ήδη από το 1781, η τσαρίνα Αικατερίνη έχει συμφωνήσει με τον αυστριακό αυτοκράτορα Iωσήφ Β’ σ’ένα εκτεταμένο σχέδιο μοιρασιάς του ευρωπαϊκού τμήματος της Οθωμανίας: τα δυτικά Βαλκάνια χαρίζονταν στην Αυστρία, ενώ η Κωνσταντινούπολη θα γινόταν το κέντρο μιας «Βυζαντινής Αυτοκρατορίας» με ηγεμόνα τον γιο της ίδιας της Αικατερίνης Κωνσταντίνο (το όνομα φυσικά δεν είναι σύμπτωση, η ρωσική προπαγάνδα έπαιξε για αιώνες με τους εθνικούς πόθους των υπόδουλων Ρωμιών). Η συμφωνία δεν θα εφαρμοστεί -αν και οι αυστριακοί θα επιχειρήσουν να τηρήσουν το μέρος τους- αλλά η Ρωσία δεν θα βγει ούτως ή άλλως χαμένη… Από εκείνην την χρονιά και μέχρι το 1878 τα κέρδη της εις βάρος της Τουρκίας θα είναι συνεχή, φέρνοντάς την μέσω Βουλγαρίας στην εξώπορτα της Πόλης.
Αν η προέλαση της Ρωσίας εις βάρος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας αποδείχτηκε σχετικά επιτυχής, ήταν κυρίως λόγω των εγγενών αδυναμιών του τουρκικού κατασκευάσματος που, παρά την βοήθεια που του προσφέρθηκε από τις δυτικες δυνάμεις, δεν ήταν σε θέση να προβάλλει αντίσταση οργανωμένη και συνεχή. Η ευθεία σύγκρουση με την Βρετανία στην Κεντρική Ασία κατά ολόκληρη την διάρκεια του 19ου αιώνα και μέχρι και την έναρξη του Πρώτου Παγκοσμίου θα αποδειχθεί πολύ πιο περίπλοκη υπόθεση…
2. Ρωσία και Βρετανία και οι μάχες για την Υποήπειρο
Αν και γεωπολιτικά η κίνηση της Ρωσίας για την πολυπόθητη έξοδο στις θερμές θάλασσες είναι πρακτικά μία, υπεραπλωμένη όμως σε ένα τεράστιο μέτωπο από την Βαλτική και τη Μεσόγειο ως την Κεντρική Ασία και την θάλασσα της Ιαπωνίας, ο όρος «Great Game» οφείλεται αποκλειστικά στο βρετανικό φλέγμα και αναφερόταν -τουλάχιστον αρχικά- στη μακρά βρετανορωσική σύγκρουση στις οροσειρές του Αφγανιστάν και του Παντζάμπ, για τον έλεγχο στον Περσικό και την Ινδία.
Η ακριβής πατρότητα του όρου αμφισβητείται, όπως και αμφισβητούνται τα χρονικά όρια της διάρκειας του Μεγάλου Παιχνιδιού…
Για το μεν πρώτο, το σίγουρο είναι ότι ο όρος βγήκε από τους διαδρόμους των βρετανικών μυστικών υπηρεσιών για να γίνει κτήμα των μαζών μόλις το 1901, με την έκδοση του βιβλίου του Ράντγιαρντ Κίπλινγκ «Κim» (το οποίο ο γράφων συστήνει ανεπιφύλακτα και ως λογοτέχνημα, αλλά και ως ιστορικό ντοκουμέντο της βρετανικής Ινδίας της εποχής). Για το δε δεύτερο, οι απόψεις διαφέρουν σημαντικά. Οι κύριοι λόγοι αυτής της ασυμφωνίας είναι τρεις:
α. Οι ιστορικοί αδυνατούν να συμφωνήσουν στο εάν η χάραξη της ρωσικής επεκτατικής πολιτικής προς την Κεντρική Ασία σηματοδοτεί και την έναρξη του Μεγάλου Παιχνιδιού, ή αν η έναρξή του πρέπει απαραίτητα να τοποθετηθεί στις πρώτες του αψιμαχίες ανεξαρτήτως του πότε αυτές σχεδιάστηκαν. Το ερώτημα ανήκει στα δύσκολα, διότι οι ρωσικές κινήσεις χαρακτηρίζονταν πάντα από μακρά στόχευση, πολύπλοκους σχεδιασμούς και ιδιάζοντες αντιπερισπασμούς. Έτσι, η πρώτη κίνηση των Ρώσων προς την Κ. Ασία έγινε στα χρόνια του Μεγάλου Πέτρου το 1717 (εκστρατεία υπό τον πρίγκηπα Μπέκοβιτς για την κατάκτηση της Χίιβα –Khiva- του Ουζμπεκιστάν, που κατέληξε σε σφαγή των Ρώσων), ενώ αμέσως μετά τον θάνατο του ίδιου Τσάρου το 1725 ξεκίνησαν να κυκλοφορούν στους ρωσικούς αριστοκρατικούς κύκλους οι φήμες ότι η πολιτική του διαθήκη περιλάμβανε εντολή προς τους διαδόχους του για κατάκτηση της Κωνσταντινούπολης και της Ινδίας ως βήματα-κλειδιά προς την παγκόσμια κυριαρχία. Γνήσια διάδοχος του Πέτρου η Αικατερίνη το 1791 -δηλαδή 10 έτη μετά το «ελληνικό σχέδιό» της- θα καταστρώσει σχέδιο απελευθέρωσης των Ινδών από τους συνεχώς επεκτεινόμενους Άγγλους. Αλλά οι πρώτες δράσεις των Ρώσων δεν καταγράφονται παρά μόνον μετά την αποτυχημένη εκστρατεία του Ναπολέοντα στην Αίγυπτο, που κατέδειξε την αδυναμία των Γάλλων να προωθηθούν στην Ινδία ή -έστω- να την αποκόψουν από ξηράς και θαλάσσης από την υπόλοιπη βρετανική αυτοκρατορία. Τότε ο Τσάρος Παύλος Α’ θα προτείνει στον Ναπολέοντα μια κοινή εκστρατεία για την κατάκτηση της Ινδίας (1801) και, όταν οι Γάλλοι δείχνουν απρόθυμοι να ρισκάρουν, θα προχωρήσει μόνος σε μια εισβολή στην Υποήπειρο. Τον Σεπτέμβριο του ίδιου έτους ο, διάδοχός του Παύλου, Τσάρος Αλέξανδρος θα προσαρτήσει την Γεωργία, ως πρώτο βήμα εναντίον της συμμάχου των Βρετανών Περσίας.
β. Δεν είναι σαφές αν στο Μεγάλο Παιχνίδι πρέπει να ενταχτούν και οι συγκρούσεις με άλλες δυνάμεις εκτός της Βρετανίας, πριν, κατά την διάρκεια, ή μετά το κυρίως θέατρο της Κεντρικής Ασίας. Η κατάκτηση της Γεωργίας το 1801 και οι επιχειρήσεις εναντίον της Περσικής Αρμενίας το 1804, ανήκουν μεν στην ίδια γεωπολιτική στόχευση με τις κινήσεις των Ρώσων στο Αφγανιστάν, αλλά δεν στρέφονται ευθέως ενάντια στη βρετανική Ινδία. Θα μπορούσαν να ενταχθούν στο Μ. Παιχνίδι, αλλά σε μια τέτοια περίπτωση, εκεί θα έπρεπε να ενταχθούν και οι κινήσεις της Ρωσίας στα Βαλκάνια (και η ελληνική επανάσταση!..). Όμοια δεν είναι σαφές εάν η έννοια Μ. Παιχνίδι μπορεί να αφορά και στις συγκρούσεις των Ρώσων με τους διαδόχους των Βρετανών στη Κ.Ασία Αμερικανούς, ή -νωρίτερα- με τους Ιάπωνες.
γ. Το 1917 ως τομή στη ρωσική ιστορία δημιουργεί αβεβαιότητες όσον αφορά την σωστή οριοθέτηση του Μεγάλου Παιχνιδιού. Η Επανάσταση έφερε σημαντικές αλλαγές στις προτεραιότητες και τις στοχεύσεις της Μόσχας, αλλά και στην αντίληψή της σχετικά με τα πρέποντα εργαλεία για την επίτευξη των στοχεύσεων αυτών. Π.χ. όσον αφορά την Ινδία, ο Λένιν θα χρησιμοποιήσει το ντόπιο κομμουνιστικό κίνημα εναντίον των Βρετανών ήδη από την περίοδο της σύγκρουσης ανάμεσα σε Μπολσεβίκους και Λευκούς, και οι Βρετανοί θα επιχειρήσουν οργανώσεις αντεπαναστάσεων στη Τασκενδη, ενώ θα καταγραφούν και μάχες ανάμεσα στον βρετανικό στρατό και επαναστάτες σε Τασκένδη και Ασκαμπάντ (1918-1920). Η ακύρωση κάθε υπάρχουσας συνθήκης που ήταν φυσικό αποτέλεσμα της Επανάστασης έφερε την ανοικτή εισβολή των Άγγλων στο Αφγανιστάν (για τρίτη φορά,1919). Παρόλ’ αυτά δεν υπάρχει πραγματικά ένδειξη ότι ο Λένιν συνέχιζε την πολιτική των Τσάρων στην Κεντρική Ασία (σε πλήρη αντίθεση με τους Βρετανούς, που πολεμούσαν μία ακόμη φάση του Παιχνιδιού…), μια που οι συγκρούσεις αυτές δείχνουν περισσότερο χαρακτήρα αντιπερισπασμού μέσα στα πλαίσια του πολέμου στην Κριμαία. Το 1921 οι Μπολσεβίκοι θα μετατρέψουν σε προτεκτοράτο την Μογγολία, αλλά στο παλιό καλό «Great Game» δεν θα επιστρέψουν, παρά μόνον μετά τον θάνατο του Στάλιν το 1953, και, ακόμη και τότε, αναμειγνύονται περισσότερο στην Κίνα. Πρώτη πραγματική εκδήλωση της παλαιάς ρωσικής στρατηγικής στην Κ. Ασία έχουμε ξανά στα τέλη της δεκαετίας του 1970, ανεπίσημα με την ανάμειξη της Σοβιετικής Ένωσης στα του Ιράν λίγα χρόνια πριν την Ισλαμική Επανάσταση, επισημότερα με την υποστήριξη του Χομεϊνί κατά τον πόλεμο Ιράν-Ιράκ, και επισημότατα με την ανάμειξη και εν τέλει την εισβολή στο Αφγανιστάν. Το διάστημα ανάμεσα στο 1917 -ή ακόμα περισσότερο το 1907, οπότε και η αγγλορωσική σύνοδος υποτίθεται πως ενταφίασε το Μεγάλο Παιχνίδι- και το 1978/79 είναι αρκετά μακρύ, ώστε πληθώρα ιστορικών θεωρεί ως σημείο λήξης του Παιχνιδιού το 1907.
3. Το Μεγάλο Παιχνίδι ως γεωπολιτικό συνεχές
Άποψη του γράφοντος είναι ότι αυτή η οριοθέτηση ανήκει στις απολύτως συμβατικές, και μάλιστα στις συμβατικές εκείνες που υπαγορεύτηκαν από πολιτικές επιλογές. Παρόμοια με τον διαχωρισμό της Ρωμαϊκής Ιστορίας σε προ 330 μ.Χ. και μετά 330 μ.Χ, ή της ανθρώπινης ιστορίας στο απολύτως πλασματικό π.Χ και μ.Χ, στόχος και αυτής της οριοθέτησης στον χρόνο (αλλά και τον χώρο) είναι ακριβώς η εξασφάλιση περιθωρίου πολιτικών ελιγμών, πρώτα-πρώτα στις δυτικές ελίτ, αλλά και στην εκάστοτε ελίτ της Μόσχας. Και κυρίως στους εν Λονδίνω και Ουασιγκτώνι κυβερνώντες… Επιθυμούν δηλαδή οι ελίτ αυτές να έχουν τη δυνατότητα να επανακαθορίζουν την θέση τους απέναντι στη Μόσχα, ανεξαρτήτως των γεωπολιτικών σταθερών που κρατούν την γενικότερη πορεία της ίδιας της Μόσχας σε μια δηλωμένη ευθεία.
Το Μεγάλο Παιχνίδι, όπως το αντιλαμβάνονται οι δυτικοί ιστορικοί, είναι απλώς ένα μικρό μέρος ενός πολύ ευρύτερου Παιχνιδιού, του οποίου οι ιδεολογικες (και θρησκευτικές, αν και στην περίπτωση της Ρωσίας δεν υπάρχει μεγάλη διαφορά) ρίζες βρίσκονται ήδη στην «Τρίτη Ρώμη» του 15ου αιώνα, ο σχεδιασμός του ξεκινά ενεργότερα κατά τα τέλη του 16ου και τις αρχές του 17ου, αποκτά πλήρως ορθολογιστική οργάνωση από τον Μεγάλο Πέτρο, και μπαίνει σε μαζική εφαρμογή όταν η Μόσχα νοιώθει έτοιμη κατά τα τέλη του 18ου και τις αρχές του 19ου αιώνα.
Είναι δε ένα σταθερό λάθος των δυτικών (και Ελλήνων) να χαρακτηρίζουν τη ρωσική στρατηγική «οπορτουνιστική», θεωρώντας ότι οι διαδοχικές επεκτάσεις των Ρώσων έναντι πρακτικά όλων των γειτόνων τους συνέβαιναν περίπου κατά τύχη…
Μια απλή ματιά στον χάρτη και στα γεγονότα μπορεί να δείξει το αντίθετο. Η επέκταση των Ρώσων εις βάρος των Πολωνών προετοιμάστηκε για δεκαετίες για να διασφαλίσει την ρωσική ισχύ στην Βαλτική και ν’ανοίξει το δρόμο προς τα Βαλκάνια.  Ήδη από το 1709 ο Τσάρος Πέτρος ο Α’ υψώνει το λάβαρο του Μεγάλου Κωνσταντίνου (εν τούτω νίκα…) και δηλώνει ότι είναι η μοίρα των γραμμάτων και τεχνών να επιστρέψουν στην Ελλάδα μέσω Ρωσίας, ενώ πρακτικώς ταυτόχρονα ονοματίζει εαυτόν «Petrus primus Russograecorum Monarcha» . H δε ρωσική προπαγάνδα οργιάζει στην Ελλάδα αλλά και σ’ολόκληρη τη Βαλκανική πολύ πριν και αυτόν τον Μεγάλο Πέτρο, έχοντας φυσικά ως κύριο εργαλείο της -ποιον άλλον;- ρωσοεκπαιδευμένους κληρικούς (και εξοργίζοντας φυσικά το Οικουμενικό Πατριαρχείο).
Η επέκταση προς τα Νότια της Βαλκανικής δεν ήταν ασφαλής χωρίς την συγκατάθεση της Αυστρίας, την εξασφάλιση της Κριμαίας, την απόλυτη ναυτική υπεροπλία στην Μαύρη Θάλασσα, αλλά και την μόνιμη απειλή διμέτωπου πολέμου εις βάρους των Οθωμανών, ώστε μια συμφωνία με την Βιέννη, η επέκταση στον Καύκασο και οι κατακτήσεις Γεωργίας και Αρμενίας πριν την σερβική εξέγερση ήταν επιβεβλημένες… Αυτές οι κινήσεις θα’ταν στρατηγικά ακάλυπτες από τα ανατολικά παράλια της Κασπίας, κι ως εκ τούτου μια διασφάλιση αυτών ήταν αναγκαία: ο Μεγάλος Πέτρος -πάλι- κινείται προς το Ουζμπεκιστάν. Οι κατακτήσεις της Αρμενίας και του Ουζμπεκιστάν ανοίγουν το δρόμο ταυτόχρονα προς Ανατολία, Μεσοποταμία και Ινδία, διασπούν την τουρκική επαγρύπνηση στα δυο, ενώ η κάθοδος στα Βαλκάνια και οι ψευδο-έρωτες με Γάλλους, Αυστριακούς και αργότερα Πρώσους απειλούν συνεχώς τους Άγγλους με διμέτωπο πόλεμο σε Ανατολική Μεσόγειο και Ινδία (πρακτικά αποτρέποντάς τους από το να κυρήξουν μεγάλης έκτασης πόλεμο ενάντια στη Ρωσία), κ.ο.κ.
Κι αν έχουν όλες οι επεκτάσεις της Ρωσίας της περιόδου 1700-1900 κάτι κοινό μεταξύ τους, αυτό είναι ότι όλες τους μοιάζουν με… τον πρόσφατο πόλεμο στον Καύκασο. Σε όλους αυτούς τους πολέμους βασικό εργαλείο της ρωσικής στρατηγικής ήταν μειονότητες και καταπιεσμένοι -πραγματικά ή όχι, θρησκευτικά στην αρχή, εθνοτικά αργότερα- πληθυσμοί, σε όλους ο ρωσικός στρατός επιχειρούσε με το φωτοστέφανο του ελευθερωτή, και όλων αυτών των πολέμων το αποτέλεσμα ήταν είτε η απευθείας προσάρτηση των καταπιεσμένων, ή η δημιουργία προτεκτοράτων.
Αλλά στο θέμα αυτό θα επανέλθω σε ένα προσεχές ποστ, κάνοντας μερικά ζουμ του φακού σε πιο συγκεκριμένες περιπτώσεις…